Eνα καινούργιο όνομα με μεγάλες συνέπειες

Estimated read time 1 min read

Η αμυντική συμφωνία AUKUS ήδη χαρακτηρίζεται ως αλλαγή παραδείγματος, στρατηγικά και πολιτικά ● Η αντιπαράθεση με την Κίνα αποκτά πλέον συγκεκριμένα στρατιωτικά χαρακτηριστικά, ενώ διαμορφώνεται ξανά ένα ψυχροπολεμικό πλαίσιο, που σταδιακά θα βάλει τέλος σε μια μορφή πολυμέρειας που περιλάμβανε και την Κίνα.

Η νέα αμυντική συμφωνία μεταξύ Αυστραλίας, Μεγάλης Βρετανίας και ΗΠΑ δεν ήρθε ως κεραυνός εν αιθρία. Η μεγάλη κινητικότητα της Κίνας και η σταδιακή αλλά σταθερή στρατιωτικοποίηση της νότιας Κινεζικής Θάλασσας ήταν αναμενόμενο ότι θα οδηγούσε σε κάποιας μορφής αμερικανική αντίδραση, δίνοντας έτσι σάρκα και οστά στο πολυσυζητημένο Asian pivot (στροφή προς την Ασία) του προέδρου Ομπάμα.

Η στιγμή ήταν σημαντική για την Αμερική μιας και η προ μηνός αποχώρηση από το Αφγανιστάν συνοδεύτηκε από αρνητική κριτική ακόμη και από τους συμμάχους. Η αμυντική αυτή συμφωνία δίνει στην προεδρία Μπάιντεν έναν αέρα πρωτοβουλίας και τη δικαιολογία ότι η εσπευσμένη αναχώρηση από την Καμπούλ έγινε και γιατί πλέον τα αμερικανικά στρατηγικά συμφέροντα είναι αλλού.

Και για τη Μεγάλη Βρετανία η κίνηση αυτή είναι σημαντική: οι εξαγγελίες για μια «Παγκόσμια Βρετανία» μετά το Brexit, για μια Βρετανία που «εγκαταλείπει την Ευρώπη για να αγκαλιάσει τον κόσμο» δεν είχαν ώς τώρα αποκτήσει κάποιο συγκεκριμένο περιεχόμενο. Η στρατηγική αυτή κίνηση πράγματι φέρνει το Ηνωμένο Βασίλειο στη «μεγάλη σκακιέρα».

Τέλος, η Αυστραλία για καιρό τώρα νιώθει την ανάσα του Πεκίνου. Η συμφωνία, πέραν των άλλων, συμβάλλει στην αποτροπή της Κίνας από επιθετικές ενέργειες στην ευρύτερη περιοχή.

Η AUKUS περιλαμβάνει ανταλλαγή πληροφοριών και τεχνολογίας σε σειρά θεμάτων αιχμής, αλλά κυρίως την αποστολή οχτώ πυρηνοκίνητων υποβρυχίων στην Αυστραλία. Αυτό είναι ένα μοναδικό γεγονός, δεδομένου ότι δεν υπάρχει προηγούμενο εξαγωγής της πυρηνικής αυτής τεχνολογίας σε άλλη χώρα πλην των δύο που τη διαθέτουν, δηλαδή τη Μεγάλη Βρετανία και τις ΗΠΑ, και κατά τους επιτελείς του Αμερικανικού Πενταγώνου δεν θα υπάρχει και συνέχεια.

Η αμυντική αυτή συμφωνία ήδη χαρακτηρίζεται ως αλλαγή παραδείγματος, στρατηγικά και πολιτικά. Η αντιπαράθεση με την Κίνα αποκτά πλέον συγκεκριμένα στρατιωτικά χαρακτηριστικά, ενώ διαμορφώνεται ξανά ένα ψυχροπολεμικό πλαίσιο, που σταδιακά θα βάλει τέλος σε μια μορφή πολυμέρειας που περιλάμβανε και την Κίνα.

Αποτελεί δε και ένα μήνυμα προς την Ε.Ε., η οποία έως τώρα αρνείται να πάρει καθαρή θέση στον κλιμακούμενο ανταγωνισμό Αμερικής – Κίνας. Πλέον η αντιπαράθεση φεύγει από το επίπεδο της ρητορικής και των λεκτικών πυρών και αποκτά υλική έκφραση, στην οποία εμμέσως πλην σαφώς η Ευρώπη καλείται να τοποθετηθεί. Εως τώρα η Ενωση αρνήθηκε να ταυτιστεί με τις ΗΠΑ στη σύγκρουση με την Κίνα επιλέγοντας μια αυτόνομη πολιτική απέναντι στην υπερδύναμη στο πλαίσιο του στόχου της «στρατηγικής αυτονομίας» της.

Αναπόδραστα αυτό το αμυντικό σχήμα χωρίς την Ευρώπη καλλιεργεί φόβους για το πόσο η Αμερική θα συνεχίσει να επενδύει πολιτικά, στρατιωτικά αλλά και οικονομικά στο ΝΑΤΟ, όπου σημειωτέον οι δύο σημαντικότερες χώρες είναι ακριβώς οι ΗΠΑ και η Μεγάλη Βρετανία. Μήπως το ενδιαφέρον είναι πια μόνο στον Ειρηνικό; Με τα σημερινά δεδομένα αυτό δεν φαίνεται πιθανό. Ομως ο εφιάλτης του Τραμπ με τις απειλές αποχώρησης από το ΝΑΤΟ είναι ακόμη νωπός.

Σε κάθε περίπτωση η Ε.Ε. οφείλει να σταθεί ενωμένη απέναντι στη νέα αυτή συμφωνία και να συνεχίσει τόσο θεσμικά, όσο και σε επίπεδο ανάπτυξης δυνατοτήτων να ενισχύει τον αυτόνομο ρόλο της στη διεθνή σκηνή. Οι πιέσεις ένθεν κακείθεν θα είναι μεγάλες, το διακύβευμα σημαντικότατο και η Ευρώπη δεν έχει την πολυτέλεια να αποτύχει σε αυτό το μεγάλο στοίχημα.

*Αν. καθηγήτρια Συγκριτικής Πολιτικής, Πάντειο Πανεπιστήμιο, μέλος Δ.Σ. του ΙΔΙΣ

Πηγή άρθρου www.efsyn.gr

You May Also Like

More From Author